Ήταν πριν δεκαεπτά χρόνια στη Θεσσαλονίκη, όταν με το τέλος του καλοκαιριού, μαζί με τις υπόλοιπες αλλαγές που «ανακοινώνουμε» στον εαυτό μας ότι θα κάνουμε … από Σεπτέμβριο, ξεκίνησα περιστασιακά το τρέξιμο αντοχής. Στους χωματόδρομους , κυρίως, του δάσους του Σέιχ-Σου και σπανιότερα στο βοηθητικό στάδιο του Καυτατζογλείου έτρεχα όχι περισσότερο από 30 λεπτά σε πολύ αργούς ρυθμούς και ποτέ περισσότερο από 8 χιλιόμετρα, που ήταν και το μεγαλύτερο συνεχόμενο που είχα κάνει ως τότε.
Κάπου εκεί, έτυχε να ακούσω για τον επονομαζόμενο τότε, Αλεξάνδρειο Δρόμο, έναν αγώνα 20 χιλιομέτρων στην παραλία της Θεσσαλονίκης,. Αποφάσισα να συμμετάσχω με το σκεπτικό ότι ακόμα και 15 ή 12 χιλιόμετρα να έκανα και έπειτα να εγκατέλειπα θα ήταν μεγάλη επιτυχία για τα τότε δεδομένα μου. Ίσως την επόμενη χρονιά με περισσότερο χρόνο στη διάθεσή μου για προπόνηση να κατάφερνα να τερματίσω επιτυχώς.
Όντας απροετοίμαστος, στήθηκα στη γραμμή της εκκίνησης μαζί με λίγες εκατοντάδες άλλους δρομείς όλων των ηλικιών. Στη διάρκεια του αγώνα, και όχι σπάνια, με προσπερνούσαν πολύ μεγαλύτεροι σε ηλικία δρομείς και των δύο φύλων. Δε θα ξεχάσω τη στιγμή που οι πρωτοπόροι δρομείς μου έκλεισαν στροφή πάνω στο πλακόστρωτο της παραλίας (τότε γινόταν 4 στροφές των 5 χιλιομέτρων). Σαν άλογα που κάλπαζαν ακούγονταν ο βηματισμός τους πίσω μου, και πολύ σύντομα, μπροστά μου. Θαύμασα το ρυθμό και τον τρόπο που έτρεχαν! Ήταν οι τότε πρωταθλητές Ελλάδας από τα 10χλμ. έως το Μαραθώνιο.
Θυμάμαι ότι με πολύ κόπο και οδύνη πέρασα το 15Ο χιλιόμετρο και με μεγάλη επιμονή προσπάθησα να μην εγκαταλείψω, αγνοώντας τους πόνους στα σημεία τριβής ανάμεσα στους μηρούς και τις μασχάλες, στα δάκτυλα των ποδιών με τα μαύρα νύχια και τους μυϊκούς πόνους που κατέκλυζαν το σώμα μου. Η προσμονή για τη χαρά του τερματισμού και τα χειροκροτήματα των λιγοστών φιλάθλων με έκαναν να σφίγγω τα δόντια και να ανταποκρίνομαι στους χαιρετισμούς και τα επιφωνήματα τους με ένα νεύμα ευχαρίστησης και συγκίνησης. Χάρη σ’ αυτά τα λίγα χειροκροτήματα κατάφερα να τερματίσω σε κάποια από τις τελευταίες θέσεις, γεγονός που ελάχιστα με απασχολούσε εκείνη τη στιγμή.
Δεκαεπτά χρόνια μετά, η αγάπη μου για το τρέξιμο μεγάλωσε, όπως και οι προπονήσεις μου σε συχνότητα, διάρκεια και ένταση. Ποτέ δεν έγινα, και ούτε θα γίνω πλέον τώρα στα 41 μου χρόνια , σαν εκείνα «τα άλογα που κάλπαζαν» στον πρώτο μου αγώνα. Συνεχίζω όμως ακόμα και σήμερα να κάνω αυτό που τόσο αγαπώ, να τρέχω!
Σε έναν από τους τελευταίους αγώνες με τη ονομασία «Αλεξάνδρειος Δρόμος», κάποιον Οκτώβριο, κατάφερα να τερματίσω κάπου ανάμεσα στους 20 πρώτους αθλητές. Μετά τις καθιερωμένες συνομιλίες με τους «συναδέλφους», δρομείς γνωστούς – αγνώστους πλέον, και το χαλάρωμα στο γρασίδι της παραλίας στο χώρο τερματισμού πήρα πεζός το δρόμο της επιστροφής.
Σχεδόν αδιάφορα διέσχιζα τη λεωφόρο Νίκης, όπου εξακολουθούσαν να περνούν κάποιοι από τους τελευταίους δρομείς. Με έκφραση πόνου στο πρόσωπο έδιναν το δικό τους αγώνα για να τερματίσουν. Νιώθοντας ακόμη έντονη την κούραση του αγώνα, κόντεψα να περάσω αδιάφορα τη διάβαση όταν ξαφνικά θυμήθηκα!
Άρχισα να χειροκροτώ με πάθος και να ενθαρρύνω τους δρομείς να συνεχίσουν την προσπάθειά τους μέχρι το τέλος. Στα πρόσωπά τους είδα τον εαυτό μου, που πριν πολλά χρόνια προσπαθούσε να τερματίσει!
Διέκρινα την ικανοποίηση στο πρόσωπό τους και μια μικρή αλλαγή στο ρυθμό τους, έστω και για λίγα μέτρα. Με βουρκωμένα μάτια έβλεπα ηλικιωμένους δρομείς, γυναίκες και άντρες με βάρος πολύ μεγαλύτερο από το ιδανικό τους, να δίνουν το δικό τους αγώνα. Πάντα θαύμαζα αυτούς τους δρομείς και θεωρούσα ότι δίνουν σημαντικότερο μήνυμα για τη συμμετοχή, την προσπάθεια και την υγεία ακόμη και απ’ τους πρωταθλητές.
Δε θα ξεχάσω ποτέ τον ηλικιωμένο κύριο, που στο χειροκρότημα μου έσφιξε τη γροθιά του , σκούπισε με τη φανέλα το πρόσωπό του και συνέχισε!
Καμία απόσταση δεν είναι μικρή!
Κανένας ρυθμός δεν είναι αργός!
Καμιά προσπάθεια δεν είναι λίγη!
Δημήτρης Τζεφαλής
Καθηγητής Φυσικής Αγωγής
Απόφοιτος Τ.Ε.Φ.Α.Α. Α.Π.Θ.
Προπονητής δρόμων αντοχής